Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2024

Κώστας Περδίκης: Τιμητική διάκριση

 Το διήγημά μου ''Μέχρι τη θάλασσα'' βρέθηκε μεταξύ των δέκα (10) βραβευμένων, στον 7ο Διαγωνισμό Διηγήματος του βιβλιοπωλείου IANOS, με θέμα ''παρά θιν' αλός''. Στον διαγωνισμό  συμμετείχαν 978 συγγραφείς. 


Μέχρι τη θάλασσα

 

Κυριακή απόγευμα, άνοιξη, λίγο πριν το ’60.

Κατηφορίζω τον κεντρικό δρόμο της αγοράς, πάνω στο καινούργιο μου ποδήλατο.

Είναι, ένα κατακόκκινο "Hercules".

Προσπερνώντας και το τελευταίο σπίτι, ο κάμπος απλώνεται μπροστά μου καταπράσινος, με το χορτάρι ένα μπόι και τα αγριολούλουδα να οργιάζουν.

Μαργαρίτες, παπαρούνες και λαψάνες.

Χαίρονται τα μάτια να βλέπουν.

Ποδηλατώ στον μοναδικό δρόμο με άσφαλτο και τις ψηλές ακακίες στα πλάγια του.

Φτάνω και στο σπίτι του μπαρμπα-Γιώρη, με το πηγάδι και τη μεγάλη μουριά.

Τα παιδιά του, τα καλοκαίρια, λειτουργούν το μοναδικό καφενεδάκι στην παραλία, σε μια ξύλινη παράγκα.

Σερβίρουνε ούζα, λεμονοπορτοκαλάδες και υποβρύχια.

Νερό, τους πάει ο πατέρας τους από το πηγάδι, με το άλογό του και δυο βουτσέλες[1].

Κάνω ορθοπεταλιά για να ανέβω το τούμπι[2].

Μετά, αρχίζει η κατηφόρα και το μάτι το μόνο που αντικρίζει είναι η απέραντη, χρυσοκίτρινη αμμουδιά.

Αν κάτι ξεχωρίζει στους αμμόλοφους, είναι ένα μικρό μαντρί και τα φυτρωμένα  τόπους, τόπους σφερδούκλια[3].

Φτάνω στο τέρμα του δρόμου και ξεκαβαλάω.

Ακουμπάω το ποδήλατο στο πλάι της παράγκας.

Ο Βοριάς την έχει σχεδόν ξεσκεπάσει και θα χρειασθεί να στρώσουν στη σκεπή νέα ράπη[4], από κείνη που φυτρώνει γύρω από τη λίμνη μας.

Κάθομαι σε μια μισοσπασμένη καρέκλα, έχοντας απέναντί μου την ατέλειωτη θάλασσα.

Ξεχνιέμαι, αφήνω για ώρα τη σκέψη μου να ταξιδέψει.

Ψάχνω στον ορίζοντα μπας και δω τα Στροφάδια, που τόσα έχω ακούσει για το καστρομονάστηρό τους.

Εις μάτην όμως.

Αλλά, το ηλιοβασίλεμα με μαγεύει και δεν παίρνω από κει τα μάτια μου, μέχρι να δω  τον πορφυρένιο δίσκο να σβήνει το φως και τη λαύρα του, βουτώντας στο πέλαγος.

Την ίδια στιγμή, ένα υγρό αεράκι  που έρχεται από τη θάλασσα με κάνει να αναριγήσω.

Είναι ώρα να επιστρέψω.

Βλέπω το ποδήλατο να λείπει και το "Skoda" μου να με περιμένει παρκαρισμένο.

Και το όνειρο κάπου εδώ τελειώνει.

Ανοίγω την πόρτα του να μπω και μπαίνω στο… σήμερα.

Βάζω μπρος και ξεκινάω.

Τώρα, ο δρόμος μου φαίνεται πιο φαρδύς και έχει κι έναν μικρό ποδηλατόδρομο στη μια του πλευρά.

Περνάει μέσα από έναν οικισμό καινούργιο, με δεκάδες σπίτια, αυλές και δέντρα.

Είναι χτισμένα, εκεί, που κάποτε υπήρχαν μόνον οι αμμόλοφοι.

Τα έχτισαν, λένε,  οι αυτοαποκαλούμενοι "Οικιστές της παραλίας".

Είναι τα "αυθαίρετα".

Προχωράω και όσο προχωράω, τόσο το σήμερα παίρνει τη θέση του τότε…



[1] βουτσέλα = ξύλινο βαρελάκι για νερό

[2] τούμπι = χαμηλό ύψωμα

[3] σφερδούκλι = ασφόδελος

[4] ράπη = είδος καλαμιάς


Ανακοίνωση Νικητών - Απονομή Βραβείων | 7ος Διαγωνισμός Διηγήματος - «Παρά θίν' αλός» | IANOS - YouTube

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου