Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2022

JHON CRAXTON (1922-2009):

 











Ο John Leith Craxton RA, ήταν Άγγλος ζωγράφος. Μερικές φορές τον αποκαλούσαν νεορομαντικό καλλιτέχνη, αλλά προτιμούσε να είναι γνωστός ως «είδος Αρκαδικού».

Είχε πολυάριθμες εκθέσεις ζωγραφικής του τόσο στην Αγγλία όσο και στην Ελλάδα. Μια μεγάλη αναδρομική έκθεση πραγματοποιήθηκε στην Γκαλερί Τέχνης Whitechapel το 1967. Το μεταγενέστερο έργο του έγινε πιο επίσημο, δομημένο και διακοσμητικό, αν και εξακολουθούσε να εκφράζει ρομαντικά ποιμαντικά θέματα.

Παρήγαγε τα σκηνικά και τα κοστούμια για την παραγωγή του 1968 της Βασιλικής Όπερας του Απόλλωνα του Ιγκόρ Στραβίνσκι .

Η δουλειά του αναπαράχθηκε επίσης σε περιοδικά όπως το New Writing , το Horizon και έχει εικονογραφήσει τα βιβλία του Patrick Leigh Fermor . Παρήγαγε λιθογραφίες για πολλές ανθολογίες που επιμελήθηκε ο Geoffrey Grigson , συμπεριλαμβανομένων των Visionary Poems (1944).

Εξελέγη Βασιλικός Ακαδημαϊκός το 1993. Ο Craxton έζησε και εργάστηκε τόσο στα Χανιά , την Κρήτη και το Λονδίνο. Η αγάπη του για την Κρήτη επεκτάθηκε στο να είναι ένας από τους Βρετανούς Επίτιμους Προξένους εκεί. Πέθανε σε ηλικία 87 ετών. 

Πηγή: Lifo

Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2022

ΦΑΝΟΣΤΑΤΗΣ: Έβδομα γενέθλια

 Σήμερα συμπληρώνονται επτά (7) χρόνια ζωής του Φανοστάτη.

Ευχαριστούμε τις φίλες και τους φίλους του.

Συνεχίζουμε...




Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2022

Αρκάς και το μυστήριο γύρω από την ύπαρξή του:

 



Το πραγματικό όνομα του Αρκά είναι Αντώνης Ευδαίμων. Γενηθηκε στην Τρίπολη το 1953 και κατάγεται από τη Μυγδαλιά Αρκαδίας, τέκνο του Αποστόλου (Λούλη) Ευδαιμων και της κυρίας Παπαθεοδώρου.
Σπούδασε αρχιτεκτονική και ιστορία της τέχνης στο Α.Π.Θ και αυτοδιδάχτικε στη σκιτσογραφία. Πήρε το δίπλωμα του την άνοιξη του 1977. Στα πρώτα του βήματα συνεργάστηκε ως σκηνογράφος στα θέατρα στοάς και τέχνης.
Ο Αρκάς μεγάλωσε σε σοβαρό περιβάλλον. Ο κόσμος του ήταν λίγο κλειστός. Όταν ήρθε σε επαφή με τη βρωμιά της εποχής, και ήταν βρωμιά σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες και το περιβάλλον του Αρκά, τον γοήτευσε. Μια ζωή παρουσίαζε στα έργα του την πάλη με τον ηδονισμό, την κατεργαριά, το δε βαριέσαι και την ευκολία. Σήμερα μπορεί να μην είναι όπως τότε, αλλά παραμένει ένας θρύλος για το έργο που επιτέλεσε.

Πηγή: Phorum.gom.gr


Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2022

Κώστας Περδίκης:




"Ντομάτα Ζαχάρως"

 ένα θρυλικό προϊόν

 

Βρισκόμαστε στα μέσα της δεκαετίας του ’50.

Όλος ο κάμπος μας, τότε, μια απέραντη πράσινη θά­λασσα.

Όλη η εύφορη γη, παραδομένη αποκλειστικά στην καλλιέργεια της μαύρης κορινθιακής σταφίδας, του "μαύ­ρου χρυσού" της εποχής.

Για χάρη της, μέχρι και εθνικό πρόβλημα προέκυψε, το λεγό­μενο "σταφιδικό ζήτημα", όταν για κάποια συνεχόμενα χρόνια, η τιμή της είχε κατρακυλήσει στα τάρταρα.

Πότε από τα καπρίτσια του καιρού και πότε από την εξευτελι­στική τιμή, το όφελος της μιας χρονιάς, την άλλη γινόταν κα­πνός.

Οι έρμοι αγρότες είδαν κι απόειδαν και τελικά πείστηκαν ότι από τη σταφίδα, όσο και να πάλευαν, δεν θα ’χαν προκοπή.

Έτσι, μέσα σε μια πενταετία, χρόνο με το χρόνο, τις ξερίζωσαν απ’ άκρη σ’ άκρη και τις αντικατέστησαν με το νέο είδος της εποχής, την όψιμη ντομάτα, που υποσχότανε πολλά.

Η καλλιέργεια της όψιμης ντομάτας άρχιζε στα τέλη του Μάη με τα φυτώρια.

Έσπερναν τον σπόρο σε ειδικά διαμορφωμένα μικρά ορθογώνια παρτέρια, με εύφορο κοσκινισμένο χώμα, στα λεγόμενα  "τηγάνια", ποτίζοντάς τα  τακτικά.

Σε κανά δυο, τρεις βδομάδες και αφού τα νέα φυτάδια έφταναν, περίπου, τους είκοσι πόντους ύψος, τα  μεταφύτευαν στο χωράφι, που ήταν χωρισμένο σε συμμετρικές αυλακιές.

Από το φύτεμα στο χωράφι και μετά, καθώς οι ντοματιές μεγάλωναν θέλανε συνεχή φροντίδα και κόπο.

Πότισμα, περίπου, κάθε τρίτη μέρα, τειάφισμα, ρέντισμα με γαλαζόπετρα, σκάλισμα και δέσιμο στις καλαμένιες φουρκάδες, καθώς ψήλωναν και κλάρωναν πάνω τους.

Αρχές του Αυγούστου άρχιζε το κόψιμο των πρώτων ώριμων  καρπών.

Τα πρώτα χρόνια, στο ξεκίνημα της καλλιέργειας, οι παραγόμενες ντομάτες ήσαν μεγάλες με ακανόνιστο σχήμα και τις λέγανε  "μπατάλες".

Αργότερα, όσο η παραγωγή και η ζήτηση μεγάλωναν επικράτησε ο νέος σπόρος, που έδινε ομοιόμορφες και  στρογγυλές ντομάτες, τα "μήλα".

Το νερό ήταν εκείνο, που οι ντοματιές  το είχαν ανάγκη, πιο πολύ απ’ όλα.

Κάθε χωράφι είχε το δικό του πηγάδι ή το δικό του αρτεσιανό.

Ο κάμπος είχε γίνει διάτρητος, σαν κεφαλοτύρι, από τα πολλά πηγάδια και τα αρτεσιανά, που έδιναν το πολύτιμο νερό τους.

Το πότισμα άρχιζε το απόγευμα, μόλις έφευγε η καλοκαιριάτικη κάψα και τέλειωνε με το πρώτο σκοτάδι.

Η υγρασία, τότε, σε ολόκληρη την περιοχή ανέβαινε στα ύψη.

Άνοιγες για να διαβάσεις την εφημερίδα και τα φύλλα της  ήσαν σαν να τα ’χεις μουσκέψει.

Την παραγωγή της ντομάτας την απορροφούσε, σχεδόν  αποκλειστικά, η κεντρική λαχαναγορά του Ρέντη, στη Αθήνα.

Για το σκοπό αυτό φτάνανε, νωρίτερα, κάθε χρόνο, οι χοντρέμποροι για να βρουν τοπικούς αντιπρόσωπους και να οργανώσουν το μάζεμα, τη συσκευασία και την αποστολή του προϊόντος στην Αθήνα.

Ο Γιάννης ο Ζαχαρόπουλος, ο Κοτσανάδας, ο Γιάννης ο Τσόπελας, αλλά και ο περίφημος Τέλης της Μαριγώς ήσαν μερικοί απ’ αυτούς.

Στην αρχή, πριν περάσει ο εθνικός δρόμος, η αποστολή της μικρής ακόμη ποσότητας ντομάτας, γινόταν σιδηροδρομικώς, με τα κάρα να μεταφέρουν και να φορτώνουν τα τελάρα στα βαγόνια των τραίνων των ΣΠΑΠ.

Αργότερα, με τη διάνοιξη του εθνικού δρόμου, την μεταφορά της στη Αθήνα ανέλαβαν τα φορτηγά.   

Το τελάριασμα της ντομάτας γινόταν, αμέσως μετά το κόψιμό της, επί τόπου στο χωράφι.

Οι ντομάτες έμπαιναν στα τελάρα σε δυο στρώσεις, με τις πιο μικρές στην κάτω στρώση και τις πιο μεγάλες στην πάνω, για μόστρα.

Τα τελάρα τυλίγονταν με χαρτί χρωματιστό και δένονταν με σπάγκο.

Μετά, είχε σειρά το ζύγισμα με το καντάρι και το φόρτωμα στα κάρα.

Από τα κάρα, γινόταν η μεταφόρτωση στα φορτηγά, που ήσαν αραγμένα στον κεντρικό δρόμου του σταθμού, το ένα πίσω από το άλλο, έξω από το γυμνάσιο.

Αριστερά και δεξιά του δρόμου, από το Μπιλιωναίικο και κάτω, οι ντάνες από τα άδεια τελάρα σχημάτιζαν τείχος, τέσσερα  μέτρα ύψος.

Καθώς σουρούπωνε, όλο το σχετικό νταραβέρι, συνεννοήσεις, παζάρια, παραγγελίες ,πληρωμές, κ.λ.π. γινότανε εκεί, στο κομμάτι της αγοράς, από την Ηλεκτρική και κάτω, μέχρι το Γυμνάσιο.

Έμποροι, εργάτες, καρολόγοι και οδηγοί είχαν για στέκι τους το μαγέρικο της Λουκουματζούς και εκείνο των αδελφών Φώτη και Βλάση Μπολιάρη, λίγο παραπάνω.

Μόλις έπεφτε το σκοτάδι, τα τεράστια φορτηγά, ΜΑΝ, Βόλβο και Σκάνια φορτωμένα, μέχρι πάνω, με τα τελάρα, ξεκίναγαν το μεγάλο ταξίδι για την Αθήνα.

Ο παλιός δρόμος, τότε,  πέρναγε από την Κακιά Σκάλα, που ήταν ένα πολύ επικίνδυνο σημείο.

Δυο φορές πρωί, πρωί, έφτασε και σε μας, το κακό μαντάτο, ότι γκρεμίστηκε στην Κακιά Σκάλα ένα φορτηγό, από τα δικά μας  και σκοτώθηκε ο οδηγός του.

Η ποιότητα της παραγόμενης όψιμης ντομάτας μας, όπως και η νοστιμιά της ήταν άριστη.

Το ήπιο κλίμα της περιοχής μας σε συνδυασμό , με το εύφορο έδαφός της βοηθούσαν, φαίνεται, σ’ αυτό.

Δεν άργησε η φήμη της να τιναχθεί στα ύψη.

Σε όλη την κεντρική λαχαναγορά, στις συνοικιακές λαϊκές αγορές και στα μανάβικα αντιλαλούσε η φράση "ντομάτα Ζαχάρως", προσδίνοντας στο προϊόν μας μυθικές διαστάσεις.

Η τιμή της, όμως, δεν ακολούθαγε πάντα τη φήμη της.

Υπήρχαν φορές, που λόγω της μεγάλης προσφοράς, η τιμή της έπεφτε  χαμηλά και ο κόπος μιας χρονιάς πήγαινε, σχεδόν, χαμένος.

Η μαζική καλλιέργεια της ντομάτας κράτησε μέχρι τις αρχές του ’70.

Η αναπόφευκτη κόπωση των χωραφιών έκανε, χρόνο με το χρόνο, την απόδοσή τους να φθίνει, με αποτέλεσμα η παραγωγή της όψιμης ντομάτας, σχεδόν, να μηδενιστεί.

Στην αποθήκη του εξοχικού μας σπιτιού, στο κτήμα που φυτεύαμε ντομάτα, έχουν ξεμείνει από τότε, δυο, τρία τελάρα.

Τα φυλάμε για να μας θυμίζουν εκείνα τα χρόνια και μαζί τους την περίφημη "ντομάτα Ζαχάρως", με την υπέροχη γεύση, χρώμα και άρωμα.

Όπως, άλλωστε, κρατάμε ακόμη άσβηστη και τη μυρουδιά, πού ’παιρναν τα χέρια μας, μόλις ακουμπάγαμε τα φύλλα μιας από κείνες τις ντοματιές…  

Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2022

Κώστας Περδίκης:

 




Κάρα, καρολόγοι

και

Σωματείο Φορτοεκφορτωτών

 

Τα χρόνια, γύρω στο ’60, πριν ακόμη περάσει ο εθνικός δρόμος από την πόλη μας και ακόμη πιο παλιά, η διακίνηση όλων των αγαθών, όπως τα εμπορεύματα των μαγαζιών, τα γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα, τα λιπάσματα, καθώς και τα οικοδομικά υλικά, γινόταν αποκλειστικά με τα κάρα.

Οι νοικοκυραίοι μόνο μικρές ποσότητες μπορούσαν να μεταφέρουν με τα ζώα τους, άλογα και γαϊδούρια.

Για τον  λόγο αυτόν τα κάρα, τότε, ήσαν πολλά, όπως άλλωστε και οι καρολόγοι.

Αναφέρω μερικούς:

Ο Μήτσος ο Κακαβούλης, ο Γιαννάκος ο Περδίκης, ο Περικλής ο Δαμικούκας, ο Γιώρης ο Τερζής ή Μπαρέλας, ο Κώστας ο Σάσσαλος, ο Χρήστος ο Σαριδέλης ή Κοψοχείλης, ο Αντρέας ο Δρακόπουλος, ο Άγης ο Κάκας, ο Νιόνιος ο Χριστοδουλόπουλος ή Τζίμης, ο Νιόνιος ο Νικολόπουλος ή Γατζούνης, ο Σπύρος ο Μπολιάρης ή Κούλης, ο Κυριακόπουλος ή Ψούλης, ο Θεμιστοκλής ο Γεωργούλιας ή Μούστος κ.ά.

Τότε, οι εξαγωγές και οι εισαγωγές προϊόντων, από και προς την πόλη μας, γίνονταν με τα τραίνα.

Εκεί, στον σταθμό, περίμεναν τα κάρα για να φορτώσουν και να φέρουν στην αγορά τα εμπορεύματα που έφθαναν.

Οι περισσότεροι δρόμοι, εκτός του κεντρικού της αγοράς, που ήταν μισοστρωμένος με άσφαλτο, ήσαν χωματένιοι και υπήρχαν και μερικά καλντερίμια.

Τους χειμωνιάτικους μήνες, με τις πολλές βροχές, οι ρόδες των κάρων και τα πόδια των αλόγων ήσαν χωμένα στη λάσπη μέχρι τη μέση, τους δε καλοκαιρινούς μέσα στον μπουχό.

Τα κάρα τα σέρνανε μεγαλόσωμα, όμορφα, άλογα με φουντωτές ουρές και πλατιά πέλματα.

Όλη τη μέρα,  αγόγγυστα, πήγαιναν εδώ και κει κουβαλώντας τα βαριά φορτία τους.

Όταν το κάρο ήταν ξεφόρτωτο και ο καρολόγος είχε κέφια χτύπαγε με τη βίτσα το άλογο για να τρέξει καλπάζοντας.

Στα παιδικά μας μάτια, τότε,  το όλον θέαμα φάνταζε σαν  σκηνή από καουμπόικη ταινία.

Που και που οι καρολόγοι, μας έκαναν το χατίρι στα πολλά παρακάλια μας και μας ανέβαζαν στη καρότσα, γλυτώνοντάς μας, έτσι, από λίγο ποδαρόδρομο.

Αργότερα, όταν πέρασε ο εθνικός δρόμος, στη διακίνηση των αγαθών προστέθηκαν φορτηγά και τρίκυκλα.

Θυμάμαι το πρώτο φορτηγό, μάρκας Ντόιτς, που το είχε, νομίζω, ο Γιάννης ο Σώκας.

Όταν έπαψε πια να λειτουργεί, ήταν παρατημένο για χρόνια στη γειτονιά μου και πάνω του περνάγαμε ώρες ατέλειωτες, έχοντάς το για το καλύτερό μας παιχνίδι.

Το φόρτωμα και ξεφόρτωμα των μεγάλων φορτίων, όπως λιπάσματα, σακιά με τσιμέντο, τσουβάλια με σταφίδα, τελάρα με ντομάτα κ.ά. διεκπεραίωνε το "Σωματείο Φορτοεκφορτωτών, Ξηράς, Ζαχάρως", όπως ήταν ο πλήρης τίτλος  του.

Προϊστάμενος του σωματίου, για την εύρυθμη λειτουργία του, ήταν ο εκάστοτε Διοικητής του τοπικού τμήματος της Χωροφυλακής.

Το σωματείο είχε καταστατικό, σφραγίδα και Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών.

Αποτελείτο από μόνιμα μέλη και κατά κάποιο τρόπο ήταν "κλειστό".

Για να προστεθεί ένα νέο μέλος έπρεπε οι υπόλοιποι να το αποφασίσουν με μεγάλη φειδώ και περίσκεψη.

Ας θυμηθούμε μερικούς του σωματείου:

Ο Νίκος ο Κοκώνης, πρόεδρος για πολλά χρόνια, ο Γιάννης ο Αθούλης ή Τσάος, ο Χρήστος ο Αποστολόπουλος ή Κοψοχείλης, ο Γιώρης ο Γεωργακόπουλος ή Ρόκας, ο Νέγκας,  ο Σταύρος Νικολόπουλος ή Κολοκύθης, ο Δήμος Νικολόπουλος ή Καλύβας, ο Χρήστος Κοτσανάδας ή Ντίντας, ο Γιώρης και Τάκης ο Φάκαλος και προς το τέλος ο Μήτσος ο Γκότσης.

Μόλις τέλειωναν ένα φόρτωμα ή ένα ξεφόρτωμα τους βλέπαμε να κατευθύνονται εν πομπή, ο ένας πίσω από τον άλλον, στην ταβέρνα της Σώκαινας ή στο υπόγειο κρασοπουλειό του Γιώργαρου, κάτω από το καφενείο του Μανιάτη, στη πίσω του  μεριά.

Πήγαιναν εκεί για να πάρουν μιαν ανάσα, πίνοντας κανά ποτηράκι.

Μεταξύ τους δεν έλειπαν τα καλαμπούρια και τα πειράγματα.

Χρησιμοποιούσαν, μάλιστα, κωδικές λέξεις και φράσεις, όπως "ίσα ρε μάγκες", "ξηγιέσαι σακούλα" κ.λ.π. 

Στη δουλειά τους είχαν ριγμένο στους ώμους τους από ένα άδειο τσουβάλι, για να μην λερώνουν τα ρούχα τους και μερικοί έδεναν στη μέση τους, δυο τρεις γύρες, ένα πλατύ ζωνάρι.

Το ζωνάρι τους βόηθαγε, φαίνεται, να σηκώνουν μεγάλα βάρη και ταυτόχρονα να προστατεύουν τη μέση τους από λουμπάγκο.

Με τα χρόνια, η χρήση νέων τρόπων και μηχανημάτων στο φόρτωμα και ξεφόρτωμα μεγάλων φορτίων, όπως κλαρκς κ.ά., περιόρισε την αναγκαιότητα ύπαρξης του σωματίου και κάποια μέρα, μοιραία, ήλθε το τέλος του, φέρνοντας μαζί του και τη συνταξιοδότηση των μελών του…

 

Υ.Γ. Θέλω να ευχαριστήσω τους συμπολίτες μου Βασίλη Στολάκη και Αντώνη Κόντο, που με τις πληροφορίες τους με βοήθησαν στη σύνταξη του παρόντος κειμένου.