Σάββατο 30 Απριλίου 2022

Ηλίας Κεφάλας (1951):

 


Ο ΤΟΠΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

Έχει λεχθεί ποικιλοτρόπως ότι ο συγγραφέας με κάθε βιβλίο του δεν κάνει τίποτε άλλο από το να αυτοβιογραφείται συνεχώς. Κυρίαρχο σημείο της βιογραφικής του προβολής είναι πάντα ο τόπος, ο οποίος δεν νοείται μόνον ως γεωγραφία, αλλά ως ένας ολόκληρος σφαιρικός κόσμος με τη χλωρίδα και την πανίδα του. Ο τόπος, λοιπόν, είναι ένα ολόγεμο πηγάδι, από το οποίο ο συγγραφέας αντλεί το νερό, που όχι μόνο τον ξεδιψά, αλλά και του δίνει το υλικό, τη γλώσσα και το ύφος της προβολής του.
     Στα παλιά ηθογραφικά πεζογραφήματα δεν μπορούσε ποτέ να εννοηθεί εξέλιξη λογοτεχνικής πλοκής χωρίς τη λεπτομερή σκιαγράφηση του χώρου. Ο τόπος ήταν σημαντικό σημείο αναφοράς για τον χαρακτήρα των ηρώων και τη σύνθεση του περιβάλλοντος της δράσης των. Ωστόσο όμως η ηθογραφία, όσο κι αν προσπαθεί η νεότερη εκφορά του πεζογραφικού λόγου να την απωθήσει, δεν εννοείται ποτέ απούσα. Η ηθογραφία είναι η περιγραφή του ζην, η ανάλυση μιας συγκεκριμένης καθημερινότητας και ως τέτοια είναι πάντα συνδεδεμένη με τον χώρο που διαμορφώνει τον τρόπο με τον οποίο το άτομο ενσωματώνεται στον κοινωνικό ιστό.
      Γράφει (περίπου) ο Κούντερα: «Κατέβηκε και πήρε τη Φελίτσια (μάρκα αυτοκινήτου) και πήγε να τη βρει κλπ», οπότε έχουμε μια μαρτυρία κατοικίας (πολυκατοικία σε πόλη) και μια μαρτυρία μετακίνησης (αυτοκίνητο). Ή σε πάμπολλα άλλα μυθιστορήματα περιγράφονται στέκια συναντήσεων, δηλαδή μπαρ, καφετέριες, σταθμοί τρένων και λεωφορείων, πάρκα, εστιατόρια και προτιμήσεις φαγητών, θέματα συζητήσεως, ιδιωματικές νεανικές γλώσσες κλπ, όπου εκ του πλαγίου ή απευθείας περιγράφεται ο τρόπος βίωσης και συμβίωσης των ανθρώπων. Θέλω να πω ότι ενώ διώχνουμε την ηθογραφία από την πόρτα, εκείνη μπαίνει από το παράθυρο με αδρές αναφορές σε τόπους και ανθρώπους.
      Υπάρχουν νομίζω πολλών ειδών τόποι που φώσκουν λαμπρά ή υποφώσκουν κρυφίως μέσα σε ένα πεζογράφημα. Είναι οι τόποι που μας μεγάλωσαν και από τότε τους περιφέρουμε μέσα μας σαν ένα προστατευτικό φυλαχτό, αφού συνιστούν το μόνιμο υπόστρωμα της μνήμης μας. Είναι και οι τόποι που γνωρίσαμε αποσπασματικά σε κάποια ταξίδια μας και που συχνά τους νοσταλγούμε και τους ανασύρουμε μέσα από ένα θαμπό και αβέβαιο γυαλί. Επίσης και τόποι για τους οποίους ακούσαμε, ενώ δεν τους γνωρίσαμε, και όταν αναφερόμαστε σ' αυτούς, το κάνουμε συγκεχυμένα και αβέβαια. Είναι ακόμα και οι τόποι που φανταστήκαμε για χάρη μιας μυθοπλασίας και που στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν. Τόποι και κόσμοι παντού.
      Παλιότερα όλες οι μυθοπλασίες εκτυλίσσονταν σε χώρους, όπου ο συγγραφέας είχε ζήσει ή ζούσε ακόμα και τους γνώριζε καλά. Σήμερα υπάρχει η τάση να μπαίνουν στην πεζογραφία τόποι πιο μακρινοί, που για να τους περιγράψει ο συγγραφέας πρέπει να τους μελετήσει πολύ καλά και να τους επισκεφθεί, ώστε να έχει μια περιγραφή εκ του σύνεγγυς για μεγαλύτερη αληθοφάνεια. «Πρέπει να πάω στην Αφρική», μου έλεγε πριν από καιρό η Σοφία Νικολαΐδου, «πρέπει να γνωρίσω τους τόπους του νέου μου μυθιστορήματος». Αλλά και άλλοι σύγχρονοι συγγραφείς μας, ενώ διαμένουν στην Αθήνα, γράφουν μυθιστορήματα που εκτυλίσσονται στην Αμερική ή σε πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης με ονόματα ηρώων ελληνικά και ξένα. Υπάρχουν και οι συγγραφείς του φανταστικού, που επινοούν τόπους σε άλλους χρόνους γήινους ή εξωγήινους. Όπου και να πάμε λοιπόν ο τόπος μάς υποστασιοποιεί και μας εξιλεώνει. Δεν είχε δίκιο ο Αρχιμήδης που έλεγε «δος μου έναν τόπο να σταθώ και θα μετακινήσω τη γη;»





Ο Ηλίας Κεφάλας γεννήθηκε το 1951 στο μικρό χωριό Μέλιγος Τρικάλων. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Δημόσια Διοίκηση στην Αθήνα, όπου και έζησε από το 1969 έως το 1992. Από το 1980 έως σήμερα εξέδωσε τριάντα τρία βιβλία με ποίηση, πεζογραφία, δοκίμιο, λογοτεχνία για παιδιά, καθώς και μία ποιητική ανθολογία. Οι ποιητικές του συλλογές είναι οι εξής: Τα Μαστίγια, (Τομές, 1980), Μεταλλαγή στο Απροσδόκητο (Αιγόκερως, 1982, Θεωρία, 1984), Τα φύλλα του νερού (Θεωρία, 1986), Σκοτεινός Μαγνήτης (Άλως, 1989), Το έρημο λυκόφως (Αστρολάβος/Ευθύνη, 1992), Λόγος για την αβεβαιότητα (Αρμός, 1997), Τα μνήστρα της αβύσσου (Γαβριηλίδης, 2003), Σιωπητήριο χιονιού - 134 χαϊκού (Γαβριηλίδης, 2005), Το δέντρο που έγνεθε τη βροχή και τραγουδούσε (Ροές, 2010), Λέξεις από φύλλα και νερά (Αιγαίον, 2012) Τα Λιλιπούτεια (Γαβριηλίδης, 2015), Celestial and Earthly Poems (Translated by Yannis Goumas- Editions Gavrielides, 2015), Λεζάντες για τ' αόρατα (Γαβριηλίδης, 2016). Ασκεί λογοτεχνική και εικαστική κριτική συνεργαζόμενος με περιοδικά λόγου και τέχνης. Σε στήλη του περιοδικού "Φρέαρ" δημοσιεύει κριτικές αποτιμήσεις προσώπων και κειμένων της νεοελληνικής γραμματείας. Παλαιότερα διακόνησε επισταμένως την κριτική βιβλίου στα περιοδικά "Τομές", "Νέες Τομές", "Διαβάζω", "Οδός Πανός", "Ευθύνη", "Νέα Ευθύνη", όπου φιλοξενήθηκαν περισσότερα από χίλια κείμενά του. Ασχολήθηκε περιστασιακά με το ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Κάποια ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ισπανικά, Ιταλικά, Ουγγρικά και Πολωνικά. Σήμερα ζει και πάλι στον γενέθλιο τόπο, καλλιεργώντας την ποίηση, φωτογραφίζοντας και παρατηρώντας τη φύση να θάλλει και να επαναλαμβάνεται.