Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2022

Κώστας Περδίκης:



 Ήταν κι αυτός εκεί…

 στη μνήμη τους

14η Σεπτεμβρίου 1922, η μέρα της καταστροφής της Σμύρνης και το τέλος της Μικρασιατικής εκστρατείας.

14η Σεπτεμβρίου 2022, εκατό (100) χρόνια μετά.

Η συγκίνησή μου είναι μεγάλη.

Σήμερα, ύστερα από επίμονη προσπάθεια και με τη βοήθεια του Κ.Ε.Π. Ζαχάρως, έφθασε στα χέρια μου, μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, το Πιστοποιητικό Στρατολογικής Κατάστασης του μακαρίτη του πατέρα μου, από τη Στρατολογική Υπηρεσία Δυτικής Ελλάδας.

Το Πιστοποιητικό περιλαμβάνει όλες τις μεταβολές, σχετικά με την υπηρεσία του στον στρατό, από την κατάταξή του μέχρι την απόλυσή του. 

Ο πατέρας μου, σύμφωνα με το Πιστοποιητικό, γεννήθηκε το 1893.

Την 4η Δεκεμβρίου 1912, (19 ετών), απαλλάχθηκε από τη στράτευση, ως πρεσβύτερος υιός γυναίκας, που διατελεί σε χηρεία.

Την 4η Δεκεμβρίου 1913, κατατάχθηκε στο 9ο Σύνταγμα Πεζικού, με έδρα την Καλαμάτα.

Από τότε μέχρι την 9η Νοεμβρίου 1921, που απολύθηκε, ύστερα από οκτώ (8) ολόκληρα χρόνια, μεσολάβησαν διαδοχικές κατατάξεις, μεταθέσεις και απολύσεις.

Στο διάστημα αυτό και τι δεν συνέβη στον κόσμο μας.

Βαλκανικοί πόλεμοι (1912-1913)

Α’ Παγκόσμιος πόλεμος (1914-1918).

Μικρασιατική εκστρατεία και καταστροφή (1919-1922).

Για όλα αυτά τα χρόνια του στρατού το μόνο, που είχαμε ακούσει από τον ίδιο να λέει, ήταν ότι είχε λάβει κι αυτός μέρος στην Μικρασιατική εκστρατεία και ότι είχε φθάσει μέχρι το Αφιόν Καραχισάρ, στα βάθη της Τουρκίας.

Εκεί, πάντα κατά τα λεγόμενά του, αρρώστησε και χρειάσθηκε να νοσηλευτεί στο εκεί νοσοκομείο.

Την περίοδο, μάλιστα, της νοσηλείας του συνέπεσε να περάσει από το Αφιόν Καραχισάρ και ένας από τους αδελφούς του, ο Μήτσος, που είχε λάβει μέρος στην εκστρατεία σαν μόνιμος ανθυπολοχαγός, άρτι αποφοιτήσας από τη σχολή Ευελπίδων.

Ο πατέρας, μέχρι που πέθανε, δεν παρέλειπε να παραπονιέται στον αδελφό του, ότι πέρασε από κει και δεν πήγε στο νοσοκομείο να τον δει.

Μάταια, ο Μήτσος πάσχιζε να δικαιολογηθεί, χωρίς αποτέλεσμα, λέγοντάς του ότι αγνοούσε, μέσα σε κείνον το χαμό, ότι ήταν άρρωστος και νοσηλευόταν  στο νοσοκομείο.

Από στοιχεία, που άντλησα από τον ‘’Στρατιωτικό Κανονισμό-Ιστορία του Πεζικού’’, Αθήνα Δεκέμβριος 2014, Τυπογρ. Ελλην. Στρατού, σε συσχετισμό και με εκείνα του Πιστοποιητικού, προκύπτουν τα παρακάτω.

Την παραμονή της έναρξης  των εαρινών επιχειρήσεων του 1921 οι ελληνικές δυνάμεις ήταν χωρισμένες σε δύο μέτωπα, χωρίς δυνατότητα συνδέσμου μεταξύ τους.

Το βόρειο μέτωπο (Προύσα),στο οποίο επιχειρούσε το Γ΄ Σώμα Στρατού (Γ΄Σ.Σ.) και το νότιο μέτωπο (Ουσάκ), όπου επιχειρούσε το Α΄ Σώμα Στρατού (Α΄Σ.Σ.). Μεταξύ τους παρεμβάλλονταν η οροσειρά του Ολύμπου και απείχαν 200 χιλιόμετρα, σε ευθεία γραμμή.

Την μεταξύ των δύο Σωμάτων Στρατού ζώνη και πίσω από αυτά, εξασφάλιζε το Β΄ Σώμα Στρατού (Β΄Σ.Σ.).

Στο Β΄ Σώμα Στρατού, με έδρα την Πάτρα, υπαγόταν και η XIV Μεραρχία Πεζικού, με έδρα την Καλαμάτα, στην οποία , σύμφωνα με το πιστοποιητικό, κατατάχθηκε ο πατέρας την 26η  Μαρτίου 1921.

Προκύπτει, λοιπόν, ότι έλαβε μέρος στην Μικρασιατική εκστρατεία, όντας απλός φαντάρος της Μεραρχίας αυτής.

Την 8η Αυγούστου 1921 τα συντάγματα Πεζικού, περνώντας τη φοβερή Αλμυρά έρημο, διάβηκαν τον Σαγγάριο και μέχρι την 24η Αυγούστου 1921, είχαν προωθηθεί «διά της λόγχης», ανατολικά του ποταμού, ανατρέποντας διαδοχικά με σκληρούς αγώνες τις τουρκικές αντιστάσεις, που πλέον αμύνονταν λυσσαλέα καθόσον ο ελληνικός στρατός πλησίαζε στην Άγκυρα.

Απείχαν τότε 700 περίπου χιλιόμετρα από το Αιγαίο.

Τέλη Αυγούστου 1921, την 30η - 31η, άρχισε η υποχώρηση και η μετέπειτα κατάρρευση του βόρειου μετώπου, με τελικό τραγικό αποτέλεσμα την καταστροφή της Σμύρνης, την 14η Αυγούστου 1922.

Ένα άλλο πολύτιμο, για την αναφερόμενη χρονική περίοδο, στοιχείο  είναι η επιστολή και η φωτογραφία, που έστειλε ο αδελφός του πατέρα μου, ο Μήτσος, από το μέτωπο στον θείο του, τον Σχολάρχη.

Η επιστολή έχει ημερομηνία 16η Νοεμβρίου 1921 και έχει σταλεί από το Ουσάκ, το οποίο είναι δυτικότερα από το Αφιόν Καραχισάρ και η φωτογραφία, πάλι από το Ουσάκ, έχει ημερομηνία Δεκέμβριος 1921.

Η επιστολή είναι γραμμένη με άψογη καλλιγραφία και ορθογραφία και με πολύ σεβασμό και αγάπη προς τον θείο του.

Ο Μήτσος μιλάει για την μεγάλη κούραση από τις ανάγκες της υπηρεσίας και για τον φόβο του επερχόμενου χειμώνα, με το πολύ χιόνι και κρύο.

Δεν κάνει καμία απολύτως αναφορά και δεν φαίνεται να έχει κάποια ανησυχία για τη συνέχιση των πολεμικών επιχειρήσεων.

Χαριεντιζόμενος, μάλιστα, υπόσχεται επιστρέφοντας να φέρει στον  Γιώργο, τον μεγαλύτερο ξάδελφό  του, ένα Τουρκόπουλο για να το έχει σκλάβο και στον άλλο, τον μικρότερο, τον Θανάση ένα χανουμάκι, για σκλάβα.

Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι, λόγω της μη δυνατότητας επικοινωνίας με το βόρειο μέτωπο, όπως και παραπάνω αναφέρθηκε, η είδηση της οπισθοχώρησης και η έναρξη της κατάρρευσης του μετώπου δεν είχε φθάσει ακόμη μέχρι το Ουσάκ.

Από την ημερομηνία της επιστολής, τέλος, προκύπτει ότι άδικα παραπονιόταν ο  πατέρας στον αδελφό του για το ότι δεν τον επισκέφθηκε όταν ήταν άρρωστος στον Αφιόν Καραχισάρ.

Ο πατέρας απολύθηκε την 6η Νοεμβρίου 1921 ο δε Μήτσος την 16η Νοεμβρίου 1921 ήταν ακόμη στο Ουσάκ και λογικά θα έφθασε στο Αφιόν Καραχισάρ αρκετά αργότερα.

 

Αυτά, τα ελάχιστα, είναι όσα μπόρεσα να ανιχνεύσω από τα στοιχεία του Πιστοποιητιού του πατέρα μου και από τις ιστορικές καταγραφές των γεγονότων εκείνων των χρόνων.

Τα πολλά ερωτηματικά, όμως, θα συνεχίσουν να μένουν αναπάντητα.

Δεν θα μάθω ποτέ αν πατέρας μου, εκείνος ο σοβαρός, ο λιγομίλητος, ο καλοκάγαθος άντρας, ο καταγόμενος από μια κωμόπολη της Ηλείας, που έφθασε μέχρι τα βάθη της Τουρκίας, στο Αφιόν Καραχισάρ, ντουφέκισε και ντουφεκίστηκε από Τούρκους, αν έζησε αφάνταστες ταλαιπωρίες, αν είδαν τα μάτια του τρομερές και αποτρόπαιες εικόνες.

Όσο για τον αδελφό του, τον Μήτσο, λίγο μετά την επιστροφή του, παραιτήθηκε από τον στρατό και αναζήτησε μια καλύτερη τύχη, πολύ μακριά από την πατρίδα του, στο τότε Βελγικό Κονγκό.

Τα όσα άγρια είδε και έζησε εκεί, στη Μικρασιατική εκστρατεία, φαίνεται, τον έκαναν να πάρει εκείνη την απόφαση μια ώρα γρηγορότερα…

 

 

Υ.Γ. Θέλω να ευχαριστήσω τον κ. Κώστα Τσαούση, προϊστάμενο του Κ.Ε.Π. Ζαχάρως, που με ευγένεια και προθυμία με βοήθησε να αποκτήσω το παρόν Πιστοποιητικό.



            
 




                                                                                  

Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2022

Κώστας Περδίκης:

 


Παρεούλα με τη Φροσύνη

 

Ξεκαλοκαιριάζαμε στο μικρό μας εξοχικό σπιτάκι στον Παλιόκαμπο.

Κάθε απόγευμα, μετά τον μεσημεριανό μας υπνάκο, στηνόμαστε και οι δυο μας, εγώ και αδελφή μου, στη βεράντα κοιτάζοντας προς το στρατόνι, που ’βγαζε στο δημόσιο δρόμου του σταθμού.

Περιμέναμε πώς και πώς να δούμε να ξεμυτίζει στο βάθος η Φροσύνη με τα γαλιά της.

Η Φροσύνη έμενε κοντά στο εξοχικό μας, το πολύ πεντακόσια μέτρα μακριά.

Το σπίτι της ήταν στο Πλατανούλι, δίπλα στο γεφύρι της γράνας.

Ήτανε, τότε, στα δεκατέσσερά της και μεις είχαμε πάνω, κάτω, τα μισά της χρόνια.

Μόλις έπεφτε η μεσημεριάτικη κάψα έφερνε τα πέντε, έξι γαλιά της για να φάνε ό,τι βρούνε  στο διπλανό μας χωράφι, που ήταν χέρσο.

Κρατώντας ένα μακρύ καλάμι, τα είχε μάθει να περπατάνε μπροστά της υπάκουα, ένα, ένα στη σειρά.

Φτάνοντας μπροστά στην αυλόπορτά του εξοχικού, μας εύρισκε να την περιμένουμε πανέτοιμοι.

Η μητέρα μας φρόντιζε και έβαζε σε ένα καραβανάκι δυο φέτες ψωμί, λίγο τυρί και μια ντομάτα, μπας και πάρουμε κανένα δράμι, μίζερα καθώς είμαστε στο φαϊ.

Το γειτονικό μας χωράφι , στη μέση περίπου, είχε μια μικρή καρυδιά.

Εκεί, στον ίσκιο της πηγαίναμε και καθόμαστε με τη Φροσύνη, ενώ τα γαλιά της τσιμπολογούσαν αναγύρω μας, χωρίς να απομακρύνονται.

Η Φροσύνη, με τον τρόπο της, έφτιαχνε για χάρη μας κάθε απόγευμα έναν μικρό Παράδεισο.

Πότε μας διάβαζε παραμύθια, πότε μας έλεγε ιστορίες από το μυαλό της και πότε μας τραγούδαγε.

Ακόμη και τα γαλιά της άφηναν που και που το φαϊ τους για να την ακούσουν. 

Βλέποντάς την να τρώει το κολατσιό της παρακινούμαστε και μεις και τρώγαμε το δικό μας με όρεξη.

Η μικρή μας εκδρομή και η διασκέδαση δεν κράταγε πάνω από μιάμιση ώρα.

Η Φροσύνη γύριζε με τα γαλιά της στο σπιτικό της και μεις στο δικό μας.

Πέρασαν τα χρόνια.

Μεγάλωσε η Φροσύνη, μεγαλώσαμε και μεις.

Φέτος, στο ξωκκλήσι της Αγίας Παρασκευής, την παραμονή της γιορτής, στον εσπερινό, τη συνάντησα, ύστερα από πολύ καιρό και τη χαιρέτησα.

Η κόρη της, που τη συνόδευε, έσπευσε να της εξηγήσει ποιος είμαι.

Σήκωσε το κεφάλι της και με ένα ανεπαίσθητο λυπημένο χαμόγελο με κοίταξε στα μάτια.

Την κοίταξα κι εγώ, με τη ματιά μου να τη ρωτάει και να προσπαθεί να μαντέψει την απάντησή της:

‘’Φροσύνη,  θυμάσαι εκείνα τα απογεύματα;’’ …