Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2024

Παντελής Μηχανικός (1926-1979):

 




ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΡΙΜΑΧΟ

Και ποιος ήτανε τόσο λεβέντης

όπως τον Ριμαχό

που έσκυψε και φίλησε το χώμα

απ ‘όπου διάβηκε η αγαπημένη του

κι αυτή προχωρούσε υπερήφανη κι ακατάδεχτη

κι οι άλλοι τον είπανε βλάκα

κι αυτός ξανάσκυψε και ξαναφίλησε το χώμα

ξέροντας καλά πως οι άλλοι τον λέγανε βλάκα.

Και τα στήθια του ήταν γεμάτα χαρά.

Γεμάτα χαρά.

Ποιος ήτανε τόσο λεβέντης όπως τον Ριμαχό*

Εφτά χιλιάδες φορές θα σκοτώνονταν

για να υπερασπίσει το χώμα απ ‘όπου διάβηκε η αγάπη του.

Ποιος είναι λεβέντης σαν τον Ριμαχό

ποιος έχει αγάπη σαν τον Ριμαχό

να υπερασπίσει τούτα τα χώματα.


(*Ριμαχό/ Ριμάκο/ Ριμακό: φανταστικό πρόσωπο με

πολλαπλούς συμβολισμούς, που εισήγαγε στην κυπριακή

ποίηση ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης).

ΟΝΗΣΙΛΟΣ

Δίπλα μου ήτανε ο Ονήσιλος

βγαλμένος απ’ την ιστορία και το θρύλο

ολοζώντανος.

Αρχιλεβέντης βασιλιάς αυτός

κρατούσε στο χέρι ό,τι του ΄χε απομείνει:

ένα καύκαλο

―το δικό του κρανίο―

γεμάτο μέλισσες.

Δέκα χρόνια έστελλε τις μέλισσές του ο Ονήσιλος

να μας κεντρίσουν

να μας ξυπνήσουν

να μας φέρουν ένα μήνυμα.

Δέκα χιλιάδες μέλισσες έστειλε ο Ονήσιλος

κι όλες ψοφήσανε απάνω στο παχύ μας δέρμα

χωρίς τίποτα να νιώσουμε.

Κι όταν το ποδοβολητό των βαρβάρων

έφτασε στη Σαλαμίνα

φρύαξε ο Ονήσιλος.

Άλλο δεν άντεξε.

Άρπαξε το καύκαλό του

και το θρυμμάτισε απάνω στο κεφάλι μου.

Κ’ έγειρα νεκρός.

Άδοξος, άθλιος,

καταραμένος απ’ τον Ονήσιλο.

ΙΤΕ

Και τι περιμένεις από ανθρώπους

που τους βιάσανε τις γυναίκες μπροστά στα μάτια τους

και δεν τράβηξαν τον σουγιά τους.

Απαθώς

τότε

κι απαθώς

σήμερα

ζητάνε απλώς

διαζύγιο.

Τέτοιοι ρουφιάνοι

δεν μπορούν να πολεμήσουν για τίποτε.


ΑΓΩΓΗ

Τον έβλεπα συχνά

πού οδηγούσε τη γυναίκα του

στα ιδιαίτερα τού Κομισάριου

για να εξασφαλίσει μια προαγωγή.

Κάτι, τέτοια

ήταν συνήθειες του καιρού μας

και δεν έδωσα ιδιαίτερη προσοχή

σ’ ένα ζήτημα ρουτίνας.

Μια μέρα που τον έβλεπα

να παίρνει τη γυναίκα του στον Κομισάριο

λέω

κοίταξε τί άνθρωπος!

Όταν το σκέφθηκα για λίγο

πείσθηκα πώς άνθρωπος δεν ήτανε αυτός.

Κι έτσι ή φύσις

μπορούσε να μένει ήσυχη.

Κι όμως η φύσις ανησυχούσε.

Κι έλεγες πώς με τον καιρό αυτός ο παλιοκερατάς

θα γίνει διχτάτορας εδώ μέσα.

ΔΙΑΒΑΤΗΣ

Ένας άνθρωπος περπατά.

Η στράτα τον οδηγά.

Δεν έφτιαξε αυτός τη στράτα.

Μήτε χαλίκι δεν έβαλε.

Τον έφτιαξε η πολεοδομία

για να τελειώνουμε πια

μέ τούς ουρανοβάτες αγγέλους.

—Εμείς περπατάμε στη γη.

Ένας άνθρωπος

σκουντουφλά, προχωρεί.

Χτυπιέται, τρεκλίζει, προσπαθεί.

—Ή στράτα τον οδηγά

Αν είναι άγγελος στην ψυχή σου

μπορείς να κλάψεις, διαβάτη.


Βιογραφικό σημείωμα Γεννήθηκε στα Λιμνιά της επαρχίας Αμμοχώστου το 1926. Φοίτησε στο Ελληνικό Γυμνάσιο της πόλης και στην Αμερικάνικη Ακαδημία Λάρνακας. Πρωτοεμφανίστηκε στη λογοτεχνία το 1952, μέσα από το περιοδικό «Κυπριακά Γράμματα»˙ δημοσίευσε από τότε συνεργασίες του σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες της Κύπρου˙ εξέδωσε, επίσης, τρεις ποιητικές συλλογές. Οι τρεις συλλογές του, ορισμένα ποιήματα που δημοσίευσε ο ίδιος και μερικά άλλα ανέκδοτα, συγκεντρώθηκαν και δημοσιεύτηκαν σ’ ένα τόμο, με επιμέλεια Θεοδόση Νικολάου – Φοίβου Σταυρίδη. Το 1954 πήρε το πρώτο βραβείο στον πανελλήνιο διαγωνισμό που προκήρυξαν τα «Κυπριακά Γράμματα», με την ποιητική συλλογή «Δοκιμασία Ονείρων», η οποία περιλήφθηκε σχεδόν ολόκληρη στη συλλογή «Παρεκκλίσεις». Πέθανε στο Λονδίνο το 1979.


Πηγή: ''Ελλάδα''
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου