Σάββατο 13 Ιουνίου 2020

Κώστας Περδίκης:





              ντοπιολαλιές                      
Παίζοντας με τον πλούτο της γλώσσας μας


Αρχές καλοκαιριού στο κτήμα μας, όταν ξεκίναγε η καλ­λιέρ­γεια της όψιμης ντομάτας.
Ο πατέρας έχει ξεπλαταριαστεί να ποτίζει τις φρεσκοφυτε­μένες ντοματιές, κουβαλώντας νερό από το πηγάδι με τη λάτα. Η ντρίτσα του έγινε μούσκεμα από τον ιδρώτα και την κρέμασε σε μια τσατάλα, στην καρυδιά για να στεγνώσει. Αύριο τον περιμένει ο ρέντος με τη γαλαζόπετρα. Θα ετοιμάσει το υλικό στο μεγάλο καδούλι, προσθέτοντας και λίγο χορίδι, για να κολ­λάει το μίγμα πάνω στα φύλλα. Μετά έχει σειρά το τειάφισμα. Ανάσα δεν θα πάρει ο καημένος.
Αλλά και το γαϊδούρι μας κάλντησε κι αυτό. Από το πρωί, με αγωγιάτη τον μπαρμπα-Χρηστίδη, έχει κουβα­λήσει από τον καλαμιώνα του αμπελιού γύρω στα δέκα κιντινά­ρια καλάμια. Ο πατέρας, αργότερα που οι ντοματιές θα ψηλώσουν, θα τα κάνει φουρκάδες για να κλαρώσουν πάνω τους. Από τη ζέστη γκού­σωσε το καημένο το ζωντανό. Ο μπαρμπα-Χρηστίδης το λυπή­θηκε και το άφησε ξεϊγκλωτο, να ξεϊδρώσει λίγο.
Ήρθε ντριτσινώντας μέχρι το πηγάδι και πήγε καρσί στον σού­γλο με το νερό. Αυτιάστηκε, όμως, και στη πρώτη γουλιά έκανε πέρα, φαίνεται του φάνηκε γανιασμένο. Κάνει μια βρέ­ντα γύρω από το πηγάδι ψάχνοντας με λαχτάρα για άλλο. Ο μπαρμπα-Χρηστίδης, τότε, βουτάει αμέσως τη βουτσέλα, που ο πα­τέρας είχε πριν λίγο γεμίσει για να ρουπώσουν οι δό­γες της και αδειάζει τη μισή στη σπασμένη ζάρα, που ήταν πα­ρα­τη­μένη δίπλα στο φίλιαντρο του πηγαδιού. Δεν άφησε σταγόνα. Ευχα­ριστημένο, μετά, ρίχτηκε στα τρυφερά ψιλίθρια της γρά­νας.
Η μητέρα έχει ανάψει φωτιά και στο χαρανί, πάνω στη σιδε­ρωστιά, αχνίζει το ζεματιστό νερό. Πλένει εδώ και ώρα τα σκουτιά μας στη σκάφη, για να τα ξε­σγαρτσιάσει και τα χέρια της έχουν φαφατιάσει. Μετά το πλύσιμο θα μας φτιάξει τσιγα­ρίδες καγιανά για το μεσημέρι και θα ψήσει στην μπουγάνα σκορκοφίγκι από το πρωτόγαλο της γίδας μας, που χθες γέν­νησε όψιμα. Κουβάλησε μια ζαλιά βεργιά, που βγάζουν καλή θράκα, για να τη βάλει πάνω στη μπουγάνα.
Εγώ και η αδελφή μου παίζουμε, σκαρφαλωμένοι στην πα­λιά μάκινα, που απόμεινε από τη σταφίδα μας, όταν ο πατέρας μου αποφάσισε να την ξεμπουντουλώσει για να φυτέψει ντομά­τες. Η μητέρα, μάς έχει αναθέσει να γεμίσουμε από το πηγάδι τις δυο βίκες με φρέσκο νερό και να τις κουβαλήσουμε στο σπίτι, όμως ούτε που το θυμόμαστε. Οι λούρες από τη λυγιά, που εκείνη πάντα φυλάει για πρώτη ανάγκη, αργότερα θα μας το ξαναθυμίσουν δυσά­ρεστα…
Εκτός από το γαϊδούρι και τη γίδα, στο κτήμα υπάρχει και ο Αηδόνης, ο σκύλος μας. Λιάζει άγρια όποιον βλέπει να περνάει από κει και τον μαλινα­ρίζει. Είναι μονίμως δεμένος ο δόλιος. Τις λίγες φορές που κατορθώνει να λυθεί πιλαλάει με λαχτάρα και σκαπετάει μέχρι την άκρη του κτήματος, για να βρει τη σκυλίτσα του γείτονα, για έρωτες…Τον άλλο καιρό διασκεδά­ζει την αιχμαλωσία του τρομάζοντας τις χουρχούρες, που λιά­ζονται λίγο πιο πέρα και προγκάει τα τσιροπούλια.
Έχω μια φωτογραφία, μικρός, που με μια λογανιά τον πει­ράζω και κείνος χαίρεται το γαργάλημα. 

ΓΛΩΣΣΑΡΙ


ξεπλαταριαστεί = κουραστεί
λάτα = τενεκές
ντρίτσα = ψάθινο καπέλο
τσατάλα = διχάλα
ρέντος = ράντισμα
καδούλι = βαρέλι
χορίδι = ασβέστης
τειάφισμα = θειάφισμα
κάλντησε = κουράστηκε
κιντινάρια = δεσμίδα 40 καλαμιών
φουρκάδες = παλούκια
γκούσωσε = ζεστάθηκε
ξεϊγκλωτος = χωρίς σαμάρι, χωρίς ίγκλα
ντριτσινώντας = χοροπηδώντας
καρσί = ίσια
σούγλος = κουβά
αυτιάστηκε = υποψιάστηκε
γανιασμένο = με μεταλλική γεύση
βρέντα = βόλτα
βουτάει = αρπάζει
βουτσέλα = ξύλινο βαρέλι νερού
ρουπώσουν = σφίξουν από το νερό, χορτάσουν, φουσκώσουν
δόγες = οι σανίδες του βαρελιού
ζάρα =μεγάλο πήλινο δοχείο
φίλιαντρο = η στέψη του πηγαδιού
ψιλίθρια = είδος άγριου χόρτου
χαρανί = μεταλλικό καζάνι
σιδερωστιά = τριγωνική μεταλλική σχάρα
σκουτιά = ρούχα
ξεσγαρτσιάσει = καθαρίσει
φαφατιάσει =  φουσκώσει
τσιγαρίδες = παστό χοιρινό
καγιανά = ντομάτα με αυγά στο τηγάνι
μπουγάνα = λαμαρινένια γάστρα
σκορκοφίγκι =πίτα από το πρώτο γάλα της γίδας, μετά τη γέννα
ζαλιά = φόρτωμα στην πλάτη
βεργιά = κληματόβεργες
μάκινα = μηχάνημα επεξεργασίας της σταφίδας
ξεμπουντουλώσει = εξαφανίσει,καταστρέψει
βίκες = στάμνες
λούρες =βέργες
λυγιά = λυγαριά
λιάζει = γαβγίζει
μαλιναρίζει = τρομάζει
πιλαλάει = τρέχει
σκαπετάει = φτάνει
χουρχούρες = σαύρες
τσιροπούλια = σπουργίτια
λογανιά = σκούπα από αφάνα

Από το βιβλίο ''Μικρές Ιστορίες'', 2016 εκδ. Οροπέδιο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου