Σάββατο 14 Μαρτίου 2020

Κώστας Περδίκης:



Ξενοδοχείον ύπνου "Ο ΚΑΪΑΦΑΣ"

 Στον Σπύρο Γρηγορόπουλο

Βρισκόταν στην ίδια θέση, με το σημερινό  ξενοδοχείο "REX". Δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένα  μεγάλο διώ­ροφο κτίριο με στέγη από κεραμίδια, που εξυπηρετούσε στοι­χειωδώς τους λιγοστούς, τότε, επισκέπτες της πόλης μας.
Στο ισόγειό του τα καλοκαίρια λειτουργούσε καφεζυθοζα­χαρολπαστείο με την επωνυμία  "΄Οασις", πουβγαζε τρία, τέσσερα τραπεζάκια προς τον κεντρικό δρόμο του Σταθμού, αλλά και πολύ περισσότερα στη μεγάλη αυλή  προς τη δυτική πλευρά του κτιρίου. Η αυλή κλεινόταν ολόγυρα από ψηλή περικοκλάδα και στο κέντρο της υπήρχε τσιμεντένια πίστα για χορό. Στον υπόλοιπο χώρο του ισογείου ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου, ο κυρ-Κώστας ο Κοπαννιτσάνος, που ήταν και επιπλοποιός, είχε το εργαστήρι του.
Τα ζεστά καλοκαιριάτικα βράδια ο θείος μου ο Γιώργος πε­ρίμενε μέχρι να κλείσει το μικρό εμπορικό του ο καλός του φί­λος ο Παναγιώτης, ο Αδαμάκος, για να πάνε μετά για μπύρα στην δροσερή αυλή του ξενοδοχείου.  Καμιά φορά παίρνανε μαζί τους  και μένα.
Πιτσιρικάκι, χάζευα με θαυμασμό και λαχτάρα την παγω­μένη βαρελίσια μπύρα με τον πλούσιο αφρό της, που την σερ­βίριζαν  μέσα σε χοντρά γυάλινα ποτήρια. Για να μην μένω πα­ραπονεμένος μου παραχωρούσαν σχεδόν όλες τις τηγανιτές πατάτες, που συνόδευαν τη μπύρα τους.  Όταν αρκετά χρόνια αργότερα δοκίμασα για πρώτη μου φορά μπύρα μου φάνηκε τόσο πικρή και απαίσια η γεύση της που έκανα μεγάλη προ­σπάθεια για να τη συνηθίσω.
Από το μπαλκονάκι του ορόφου, που ’βλεπε στην αυλή, απάγγειλα σαν μαθητής της πρώτης ή δεύτερης τάξης του Δη­μοτικού το πρώτο μου ποίημα. Το βρήκε και μου το πρότεινε ο Αργύρης, ο μεγάλος γιος του κυρ Χρήστου, του τσαγκάρη γείτονά μας, για την εθνική  γιορτή της 25ης Μαρτίου. Θυμάμαι μοναχά την πρώτη του στροφή:

Έλληνας είναι τ’ όνομά μου
και περήφανος γι αυτό
μάνα την Ελλάδα έχω
και για κείνη θα πονώ.

Τις πρωτόγονες τότε ηχητικές εγκαταστάσεις, μικρόφωνο, μεγάφωνα-χωνιά, ενισχυτή, κ.λ.π.  φρόντιζε αποκλειστικά ο δαιμόνιος Θοδωράκης Παναγόπουλος ή Κλίγγος. 
Ήταν ένα πρωινό του ’76, αν δεν κάνω λάθος, που μαζί με τον Σπύρο τον τότε συνέταιρό μου ανεβήκαμε τη σκάλα του παλιού ξενοδοχείου για να συναντήσουμε τον κυρ Κώστα. Μας είχε μηνύσει ότι σκόπευε στη θέση του παλιού να σηκώσει νέο σύγχρονο ξενοδοχείο και πως θα προτιμούσε   να αναθέσει σε μας, τους άρτι αποφοιτήσαντες  μηχανικούς, τη μελέτη του νέου κτιρίου.
Βρήκαμε τον κυρ Κώστα στο κρεβάτι, με συνάχι, να μας περιμένει και αρχίσαμε τις συνεννοήσεις και τις  διαπραγμα­τεύσεις.  Πήγε μεσημέρι για να καταλήξουμε, ύστερα από πολλά παζάρια, σε συμφωνία και στην τελική αμοιβή μας. Πα­νέξυπνος καθώς ήταν ο κυρ Κώστας και  άνθρωπος της αγοράς ήθελε να εξασφαλίσει για λογαριασμό του το καλύτερο αποτέ­λεσμα  με όσο το δυνατό μικρότερο κόστος.

Έτσι, το ξενοδοχείο του κυρ Κώστα αποτέλεσε για μας το ξεκίνημά μας, την πρώτη μας μελέτη…

Υ.Γ. Την φωτογραφία μου παραχώρησε η Λίτσα Πετροπούλου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου