Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου 2021

Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος:

 


Oδός Αφάντων

Γελάσαμε στην αρχή η Λαμπρινή κι ελόγου μου με την παρανάγνωση Αφάντων αντί Αβάντων, ύστερα όμως σοβαρευτήκαμε. Πώς είχα την απαίτηση ο φοιτητής καν η φοιτήτρια που πληκτρο­λόγησαν το περί Σκαρίμπα παλαιό κείμενό μου να γνωρίζουν, εκεί στην Πάτρα, τους ομηρικούς Άβαντες της Χαλκίδας και την φερώνυμή τους οδό της πόλης;

Κατόπι χαμογέλασα αλλιώς: όσο και αν φαίνεται οξύμωρο, η παρανάγνωση ήταν σωστή. Τουλάχιστον για έμενα και ενδεχομένως για όσους κουβαλούν χρόνια περισσότερα από ογδόντα. Ναι, οδός Αφάντων προσώπων, κτισμάτων και καταστάσεων.

Στα σχολικά, τα φοιτητικά και τα ναυτικά μου χρόνια η Αβάντων ήταν η κεντρική αρτηρία -η λέξη να εννοηθεί ανατομικά- της πόλης. Για τους περισσότερους συμπολίτες εκείνου του καιρού «νυφοπάζαρο». Χαρακτηρισμός απολύτως αποδεκτός από τη νε­ολαία των μεγάλων τάξεων των τότε Εξαταξίων Γυμνασίων Αρρένων και Θηλέων, από τούς λογής λογής φοιτητές -εκείνοι των στρατιωτικών σχολών με τις στολές τους- από τούς νεόκοπους μόνιμους ή έφεδρους αξιωματικούς, τούς ποδοσφαιριστές και κάθε είδους αθλητές της στεριάς και της θαλάσσου. Πού ’ναι τους τώρα;

Για εμένα, απελπισμένον από τούς δίχως ανταπόκριση έρωτές μου, η Αβάντων ήταν το μεγάλο αντιφάρμακο, αληθινά «οδός ονείρων», που δεν ήταν άλλα από τα βιβλία και τα περιοδικά. Εκεί το βιβλιοπωλείο του Πανταζή όπου γνώρισα τον Ιούλιο Βερν και λίγο παραπέρα, σχεδόν απέναντι από το ιερό του Αγίου Νικολάου, το νεώτερο του Μόσχου. Η προθήκη του, που θα λήστευα δίχως τύ­ψεις αν ήμουν θαρραλέος, ιρίδιζε χάρη στα μαγικά εξώφυλλα των νεανικών εκδόσεων Αλικιώτη. Παρέκει το κατάστημα Σιαμέλα, πού δεν το στιμάριζα για τα καραμελοειδή του αλλά γιατί ήταν πρα­κτορείο Τύπου. Φλετούραγε η καρδιά μου όταν, ε-πι-τέ-λους, έφτανε το πολυπόθητο νέο τεύχος, πάντοτε με συναρπαστικό εξώφυλλο, των κατά δυστυχίαν άτακτων και βραχύβιων «Προσκοπικών Σελίδων». Ωστόσο για τους αναγνωστικούς μου έρωτες εκείνων των χρόνων έχω αλλού μιλήσει. Τώρα απομένει να πω ότι τα κτίσματα και όσοι στεγάζονταν εκεί, οι διαμεσολαβητές των ονείρων μας, έχουν έκλείψει «ωσεί χόρτος».

Είπα «τα κτίσματα». Στην Αβάντων, εκεί που διασταυρώνεται με τη Βώκου, ήταν το σπίτι της Φιγιέττας Πνευματικού, ιδεατής και ιδανικής ερωμένης του Σκαρίμπα, που απήλθε νέα, αφού του πήρε τον νου. Μυθολογείται πως η αρχόντισσα κυρά τον δέχτηκε μια φορά στο σπίτι -ναι, εκεί στην Αβάντων- και τον έκαμε να χάσει τη λαλιά του με ένα «καλημέρα σας, κύριε Σκαρίμπα» και εκείνος κατέβηκε τις σκάλες με τα γόνατα να τρέμουν, πανευτυχής και τρισδυστυχισμένος. Φευγάτος πια κι αυτός, φευγάτο και το σπίτι.

Στην Αβάντων η Alliance Française, όπου φοίτησα χρόνια και χρόνια δίχως να προκόψω, κι ας πήρα την πρώτη χρονιά από τα χέρια του φιλοπαπαδιαμαντικού Οκταβίου Μερλιέ το πρώτο βραβείο. Στεγαζόταν η A.F. σε κτίριο που ήταν δίπλα στο Γυμνάσιο Αρρένων. Απέναντι από την πόρτα του Γυμνασίου το ποδηλατά­δικο του Παρασκευά, όπου χώνονταν κρυφά οι τελειόφοιτοι για να φουμάρουν. Πάει το ποδηλατάδικο, ο καιρός έδιωξε την A.F., αφά­νισε τον χώρο του Β’ Γυμνασίου Αρρένων.

Ωστόσο κάποτε ο χρόνος αποφασίζει να παίξει. Κολλητή σχεδόν στο αρχοντικό της Φιγιέττας ήταν μια παράγκα, όπου στεγαζόταν ο μικροπωλητής Παπίγκης. Δυστυχής άνθρωπος. Η στέγη της παράγκας, από λαμαρίνα, δεχόταν βροχή τις πέτρες της αλαναρίας που συνοδεύονταν από τον έμμετρο εμπαιγμό:

Σιδεροκέφαλε Παπίγκη Καραγκιόζη.

Η παράγκα σώζεται! Ό παλιός της όμως ένοικος και οι βασανιστές του ταξιδέψαν ανεπίστροφα.

 Κατηφορίζω συχνά την Αβάντων. Μια κατεβασιά διαφορετική από εκείνη της παράλληλης Νεοφύτου. Στη Νεοφύτου τραγουδώ εντός μου προσκοπικά τραγούδια – εκεί βρίσκονταν η Πρώτη και η Τρίτη ομάδα Προσκόπων. Όταν κατεβαίνω, τώρα, την Αβάντων, παίζω τύμπανο με τη γλώσσα και τα δόντια μου. Φτάνοντας στο σημείο του πάλαι ποτέ αρχοντικού της Φιγιέττας, κάμνω νοερά στροφή της κεφαλής δεξιά, για να τιμήσω όχι το ίνδαλμα του Σκαρίμπα, αλλά την οικογένεια του Καλλισθένη Μουστάκα, που η θελκτική κόρη του Ασπασία παντρεύτηκε τον γοητευτικότατο αρχιτυμπανιστή της πόλης Χρήστο Αστερίου. Έτσι, τυμπανίζοντας, κατέβαινε κι εκείνος την Αβάντων με το σχολείο, μπορεί και να την ανέβαινε με τη φιλαρμονική, και ξέροντας ότι η Ασπασία ήταν πίσω από την χαραμάδα των παντζουριών έκανε τα μαγικά του με τα τυμπανόξυλα. Έφυγαν με τα σύννεφα.

Εξακολουθώ να κατηφορίζω. Στη μέση περίπου της Αβάντων, δεξιά όπως την κατεβαίνουμε, ήταν μια μάντρα όπου έπαιζε Καραγκιόζη ο Μάνθος ο Ψηλέας. Το φόρτε του ήταν οι ηρωικές παραστάσεις και οι «αποθεώσεις». Πού πήγαν εκείνα τα παλληκάρια;

Απόμεινε τάχα κανένας που να θυμάται ότι μ’ ένα φύσημα του Μπαρμπαγιώργου όλη ή φρουρά του σαραγιού – κι ο αρχηγός της Πεπόνιας- στρώνονταν στο χώμα;

 Ανεβοκατεβαίνω και τώρα την Αβάντων. Πού και πού με χαιρετάει κάποιος ή κάποιοι, παλαιοί μαθητές και μαθήτριές μου. Οι συμμαθητές μου στο Α’ Γυμνάσιο Αρρένων άμοροι όλοι τους. Χρό­νια έχω ν’ αντιπλωρίσω έστω και έναν. Από το Β’ Γυμνάσιο βλέπω τους κάπως μεγαλύτερούς μου Απόστολο Τούντα, έφεδρο σημαι­οφόρο του Βασιλικού Ναυτικού όπως κι ελόγου μου και τον Γιάννη Καλαμακίδη, δικηγόρο και κάποτε σπουδαίο παίχτη του Ολυμπια­κού Χαλκίδος. Ευγνώμονες μαθητές του πατέρα μου. Συναντώ συχνά τον Νίκο Καθαροσπόρη, καλόν στα νιάτα παίχτη της καλα­θοσφαίρισης -στο ίδιο θρανίο της Όγδοης Γυμνασίου- και τον Παναγιώτη Μάγειρα, ποδοσφαιριστή το πάλαι και τραγουδιστή. Οι άλλοι πού δρα-να-πέ-τε-ψαν;

Ναι, ναι, το πέτυχε όποιος ή όποια πληκτρολόγησε το κείμενό μου! Οδός Αφάντων…

Πηγή: Περιοδικό Αντίθετα Ρεύματα


Ο Ν. (Νίκος) Δ. Τριανταφυλλόπουλος είναι Έλληνας φιλόλογοςλογοτέχνης, κριτικός εκδότης, φιλολογικός επιμελητής, ανθολόγος, μεταφραστής. Γεννήθηκε το 1933 στο Διδυμότειχο[1][2], όπου υπηρετούσε ο πατέρας του ως καθηγητής φιλόλογος. Μεγάλωσε και ζει στη Χαλκίδα. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάστηκε από το 1959 ως το 1990 στη Μέση Εκπαίδευση (τα τρία πρώτα χρόνια στη Κύπρο)[3].Το κύριο πεδίο μελέτης του είναι το έργο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, στον οποίο έχει αφιερώσει πλήθος μελετών και ερμηνευτικών δοκιμίων. Είναι ο φιλολογικός εκδότης της πεντάτομης κριτικής έκδοσης των Απάντων του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη (Δόμος 1981-88)[4], της Αλληλογραφίας του (Δόμος, 1991) και της αναθεωρημένης σε χρηστική μορφή έκδοσης "Άπαντα Παπαδιαμάντη Το Βήμα-Βιβλιοθήκη» (Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη, 2011).Ο «πατριάρχης των παπαδιαμαντικών σπουδών», σύμφωνα με το ψήφισμα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, κατά την τελετή αναγόρευσής του σε επίτιμο διδάκτορα, τα τελευταία χρόνια έχει αφιερωθεί, (συνεπικουρούμενος από την κόρη του Λαμπρινή Τριανταφυλλοπούλου) στον εντοπισμό και στην έκδοση των παπαδιαμαντικών μεταφράσεων (ενδεικτικά αναφέρονται:Ε. Γ. Ουέλλς, Ο αόρατος, Κίχλη, 2011, Χωλλ Κέιν, Ο Μαξιώτης, Ίνδικτος, 2003, Αντώνιος Παύλοβιτς Τσέχωφ, Τέσσαρα Διηγήματα, Δόμος 2002, Αλφρέδου Κλάρκ, Η εύρεσις της γυναικός του Λώτ, Αρμός, 1996, Τζέρομ Κ. Τζέρομ, Η νέα ουτοπία, Αρμός, 1996).

Σημαντικότατος είναι επίσης ο αριθμός των εργασιών του για πρόσωπα και θέματα της νεοελληνικής φιλολογίας (με την προτίμησή του να στρέφεται κυρίως προς τους Γιάννη Σκαρίμπα, Ν.Γ.Πεντζίκη, Ζήσιμο Λορεντζάτο[5]). Εκτός από την κριτική έκδοση και μελέτη του έργου του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη και Αλεξάνδρου Μωραϊτίδη[6] ασχολείται µε την ποίηση, το διήγηµα και το δοκίµιο. Το 2018 τιμήθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με το Παράσημο τοῦ Ταξιάρχη τῆς Τιμῆς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου