Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2018

Κώστας Περδίκης:



Το θαύμα



Τον έβλεπα, κάθε μέρα, τουλάχιστον για μια δεκαετία,  πηγαί­νοντας στη δουλειά μου. Μόνο αν έβρεχε ή χιόνιζε απουσίαζε. Πάντα στην ίδια θέση, στο ίδιο πόστο. Στο πεζοδρόμιο της Ιπποκρά­τους, στο πλάι της Εθνικής Βι­βλιοθήκης, απέναντι από τα θέα­τρα.
Πρωί, πρωί ήταν εκεί. Μαζεμένος, ένα μικρό κουβάρι, πάνω στο ίδιο βρώμικο χαρ­τόνι. Έβλεπες το  ένα του, μονάχα, ποδάρι και την καμπούρα, κάτω από το τρισάθλιο σακάκι του. Ακίνητος, εντελώς. Με την τραγιάσκα, αφημένη  μπροστά του, για τα κέρματα. Αμίλητος, χωρίς να ξεστομίζει ευχές και παρα­κάλια, όπως οι περισσότεροι από το σινάφι του. Με τα μάτια του να κοιτάζουν διαρκώς προς τα κάτω. Ένας σακάτης, πραγ­ματικά για λύπηση, περασμένα τα πενήντα.
Φεύγοντας από τη δουλειά μου, γύρω στις τρεις, τον έβρι­σκα να είναι ακόμη εκεί. Περνούσες από πλάι του και δεν άντεχες να μην του ρίξεις μια ματιά, να μη σ’ αγγίξει η ανημποριά και η μαυρίλα του. Του ’ριχνες κάνα κέρμα και το ευχαριστώ του δεν το άκουγες, κουβέντα δεν έβγαινε από το στόμα του.  Σα να είχε θυμό μέσα του.

Κάποια απογεύματα στην υπηρεσία, μετά το κανο­νικό μας ωράριο, κάναμε δυο, τρεις ώρες υπερωρίες. Χει­μώνας καιρός και σκοτείνιαζε νωρίς. Τελειώνοντας τη δουλειά, το φως έξω είχε ήδη λιγοστέψει. Θα ’ταν Τετάρτη, με τα περισσότερα μαγαζιά κλειστά. Η κυκλοφορία πεζών αλλά και οχημάτων μειωμένη. Πήρα πάλι το αριστερό πεζοδρόμιο, κατηφορίζοντας για τον σταθμό του μετρό.
Και τότε, ξαφνικά, μένω εμβρόντητος, κόκαλο. Λίγα μέ­τρα μπροστά μου βλέπω να συντελείται ένα θαύμα. Ο δυστυχής σακάτης δίνει μια και σηκώνεται. Στέκεται όρθιος και στα δυο του ποδάρια. Έχει μεσαίο μπόι και κορμί λαμπάδα, χωρίς υπο­ψία καμπούρας. Σκύβει και μαζεύει βιαστικά, από κάτω, το χαρτόνι και την τραγιάσκα με τα κέρματα. Ρίχνοντας κλεφτές ματιές, τρέχοντας  σχεδόν, στρίβει στη γω­νία Ιπποκράτους και Πανεπιστημίου και χάνεται.


Σημείωση: Η φωτογραφία από το διαδίκτυο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου