Μυρσίνη Λοΐζου
(Από τη συλλογή, Τα οστά, Κέδρος, 1982)
Πρέπει να προσέξω τη μοναξιά μου.
Μερικές φορές
στα ενδιάμεσα των δαχτύλων
και στα χαλίκια των ματιών
βγαίνει το χορτάρι
της φωνής σου.
Με τους στίχους αυτούς ξεκινά
ένα κείμενο του Γιάννη Κοντού για τον πατέρα μου, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό
«Χάρτες» τον Νοέμβριο του 1982 μόλις ένα μήνα μετά τον θάνατο του. Πέρασαν
πολλά χρόνια για να μάθω την ύπαρξη του και να το διαβάσω. Ίσως ο Γιάννης
Κοντός τελικά, με τις λέξεις του και με την απέραντη τρυφερότητα του,
περιέγραψε εκείνες τις μέρες καλύτερα από κάθε άλλον. “Τα ποιήματα τα άκουγες
με μάτια μικρού παιδιού. Φέτος σε είδα μερικές φορές. το ένα σου φτερό ήτανε
σπασμένο – έδειχνες ότι δεν το πρόσεχες. Τώρα σε σκέπτομαι μικρό παιδάκι να
μαθαίνεις βιολί στην Αλεξάνδρεια, να αγκαλιάζεις το όργανο και τα σοβαρά σου
μάτια να κοιτάνε πέρα τη θάλασσα [..] Μια παρασκευή μεσημέρι έσβησες. Μπορεί να
σου βάλανε καθρεφτάκι στα ρουθούνια για να δούνε αν αναπνέεις. ΜετAP;O TO aSS;ODYOά, οκτώ μέρες
στο ψυγείο. Μόνος καλό μου, και οι εφημερίδες εδώ δημιουργούν μεγαλύτερη μοναξιά
και απελπισία. XΎστερα τα γνωστά. Πρώτο Νεκροταφείο [..] το απόγευμαX ζεστό
μπλουζάκι στο σώμα σου. Μια κοπέλα σε πιάνει από το σακάκι να μην φύγεις.
Έμεινες με το πρόσωπο μέσα στη μουσική, όπως στο νερό”
Από το ΑΣΣΟΔΥΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου