Ἡ στροφή
ΤΗΣ ΕΔΙΝΑΝ ἰσχυρὰ παυσίπονα
καὶ τότε βυθιζόταν σὲ λήθαργο καί τὸ μυαλό της γέμιζε εἰκόνες. Ὡραῖες
χρωματιστὲς εἰκόνες ἀσύνδετες μεταξύ τους σὰν κὰρτ ποστάλ. Ἕνα γεφύρι
μιὰ πλατεία τὸ γέλιο ἑνὸς μωροῦ μιὰ λεωφόρος τὸ καφενεῖο ἑνὸς χωριοῦ
μιὰ γάτα στὸν ἥλιο. Καθὼς ἡ ἐπίδραση τῶν φαρμάκων περνοῦσε προσπαθοῦσε
νὰ τὰ συναρμολογήσει ὅλα αὐτὰ καὶ νὰ τὰ ἐντάξει στὴ ζωή της ποὺ τέλειωνε.
Θυμόταν τόπους καὶ χρόνους καὶ πρόσωπα καὶ οἱ εἰκόνες ἔβρισκαν τὸ
πλαίσιο ποὺ ἀνῆκαν πρὶν βυθιστεῖ ξανὰ στὸν λήθαργο. Ὑπῆρχε ὅμως μιὰ
εἰκόνα ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ τὴν τοποθετήσει πουθενά. Ἕνας δρόμος ἔξω
ἀπὸ τὴν πόλη ποὺ χανόταν σὲ μιὰ στροφή. Δὲν ὑπῆρχαν δέντρα καὶ ἀμπέλια
ἦταν ἕνα τοπίο ξερὸ σὰν καταμεσήμερο καλοκαιριοῦ. Προσπάθησε νὰ
θυμηθεῖ τοὺς δρόμους καὶ τοὺς χωματόδρομους ποὺ εἶχε χαθεῖ και περιπλανηθεῖ
σὲ ταξίδια καὶ ἐκδρομές. Τίποτε. Ἡ εἰκόνα ἔμενε ἀκίνητη δὲν ἔμπαινε
πουθενά. Νὰ μποροῦσε τουλάχιστον νὰ βρεῖ ποῦ ἔβγαζε ἐκείνη ἡ στροφή.
Ἡ προσπάθεια νὰ θυμηθεῖ ἔδιωξε ὅλες τὶς ἄλλες εἰκόνες καὶ σιγὰ-σιγὰ
τὸ τοπίο ξεκαθάρισε. Φάνηκαν οἱ πέτρες τὰ σκίνα καὶ τὰ ἀγκάθια στὴν
ἄκρη του δρόμου, ἡ στροφὴ διαγράφηκε καθαρὰ λίγο ἀκόμη καὶ θὰ μποροῦσε
νὰ δεῖ ποῦ ἔβγαζε, προσπάθησε καὶ τῆς κόπηκε ἡ ἀνάσα. Ἡ πομπὴ μὲ τὴ
νεκροφόρα πήγαινε ἀργὰ στὸ δρόμο. Καταμεσήμερο καλοκαιριοῦ δὲν ὑπῆρχε
σκιὰ πουθενὰ μόνο σκίνα καὶ ἀγκάθια φύτρωναν ἀνάμεσα στὶς πέτρες. Ἀκολούθησαν
τὴ στροφὴ τοῦ δρόμου καὶ τὸ νεκροταφεῖο φάνηκε γύρω ἀπὸ τὸ μικρὸ ἐξωκλήσι.
Η καμπάνα χτυποῦσε πένθιμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου