Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2025

Κώστας Περδίκης:







Το μανταρίνι

Ο Σέργιος είναι φίλος μου, και συνάδελφος.

Γεννήθηκε στην Τασκένδη, την πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν, που ήταν κομμάτι, της κραταιάς τότε Σοβιετικής Ένωσης (Ε.Σ.Σ.Δ).

Ο πατέρας του ήταν πολιτικός πρόσφυγας του εμφυλίου και η μητέρα του Ρωσίδα.

Επαναπατρίσθηκαν οικογενειακώς το 1979.

Ο Σέργιος είναι ενδιαφέρων τύπος. Έξυπνος, πολυμαθής και πολυπράγμων.

Μιλάει και γράφει τα ελληνικά άριστα και έχει πάθος με τη λεγόμενη νέα τεχνολογία της ψηφιακής εποχής και όχι μόνον.

Αν κάτι δεν μου πάει στον χαρακτήρα του είναι η μικρή εσωστρέφειά του.

Ακολουθώ, όμως, το "αγάπα τον φίλο σου με τα ελαττώματά του" και το αντιπαρέρχομαι, αν και το να είσαι εσωστρεφής δεν είναι νομίζω ελάττωμα.

Από τότε που γνωριστήκαμε, ο Σέργιος αποτέλεσε για μένα ανεξάντλητη πηγή γνώσεων και πληροφοριών για τη μακρινή εκείνη χώρα, το Ουζμπεκιστάν.

Τον ρωτούσα πιεστικά να μου πει για την εκεί ελληνική προσφυγική κοινότητα, για το πώς ζούσαν τότε και για το νέον εμφύλιο, που κατόρθωσαν να στήσουν μεταξύ τους, εκεί στον ξένο τόπο, σαν να μην τους έφταναν τα όσα είχαν μέχρι τότε  περάσει.

Του ζητούσα να μου πει για την παιδική του ηλικία, τους φίλους του, τις παρέες, τα παιχνίδια και τις γιορτές τους.

Τί μουσικές άκουγαν και τί ταινίες έβλεπαν.

Έμαθα για τις μετέπειτα σπουδές του, στο εκεί Πολυτεχνείο και για την υποχρεωτική εργασία, που έκαναν όλοι οι σπουδαστές στην ύπαιθρο γαι μερικές μέρες.

Εντυπωσιάστηκα μαθαίνοντας ότι τα καλοκαίρια πήγαινε όλη η οικογένεια για διακοπές και μπάνια από την Τασκένδη στη Γιάλτα με το τρένο,  τέσσερις μέρες ταξίδι.

 

Τώρα, πια, είμαστε και οι δυο μας συνταξιούχοι.

Καιρού επιτρέποντος, βρισκόμαστε σχεδόν κάθε βδομάδα σε ένα κοντινό μας παραλιακό πάρκο.

Παίρνουμε από έναν ελληνικό καφέ και ένα κρουασάν από το εκεί everest και πιάνουμε ένα παγκάκι.

Τηρούμε το ίδιο τελετουργικό, κάθε φορά, για χρόνια τώρα.

Ανταλλάσουμε  απόψεις επί παντός επιστητού.

Σχολιάζουμε τα τρέχοντα και όχι μόνο πολιτικά γεγονότα, εσωτερικά και παγκόσμια, πρόσωπα και καταστάσεις, ταινίες, μουσικές, διαδικτυακό και ψηφιακό κόσμο.

Θυμίζουμε, εν πολλοίς, τα δυο εκείνα γερόντια των Mupppet Show, σε πιο νεανική εκδοχή.

Στο τέλος, κάνουμε ένα μικρό περίπατο πλάι στη θάλασσα.

Με τον ήλιο και τη θαλάσσια αύρα να μας αναζωογονούν, καταλήγουμε  για μια ακόμη φορά στη κοινή διαπίστωση, ότι ζούμε σε μια ευλογημένη χώρα.

Προχθές, πριν αφήσω τον Σέργιο στο σπίτι του, κάπως τα ’φερε η κουβέντα για τις επερχόμενες γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς.

«Άκου μια στιγμή κι αυτό», μου λέει:

«Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς οι γονείς  μας συνήθιζαν να μας κάνουν, οπωσδήποτε, το δώρο τους.

Ετοίμαζαν ένα μικρό δεματάκι, που μέσα του έβαζαν δυο τρία καλούδια, ένα ζαχαρωτό, ένα παιχνιδάκι και απαραιτήτως διπλωμένο σ’ ένα ασημόχαρτο ένα μανταρίνι.

Το μανταρίνι ήταν για μας ό, τι πολυτιμότερο μπορούσαμε να περιμένουμε.

Μια φορά το χρόνο είχαμε την τύχη και την ευκαιρία να θαυμάσουμε το χρώμα του, να μυρίσουμε το ιδιαίτερο άρωμά του και να γευτούμε τον εξαίσιο πλούσιο χυμό του».

Χωρίσαμε και οδηγώντας προς το σπίτι μου δεν έφευγε από το μυαλό μου μια εικόνα, που είχα δει χρόνια πριν.

Το λιμάνι της Χίου να είναι, για πολλές μέρες, κίτρινο  από τους τόνους των μανταρινιών που κατέληγαν εκεί, επειδή οι παραγωγοί τους δεν μπορούσαν να τα πωλήσουν.

Η ανταλλαγή γεωργικών προϊόντων, κυρίως με τη Σοβιετική Ένωση, το λεγόμενο κλήρινγκ, δεν θυμάμαι για ποιο λόγο είχε τότε σταματήσει…   
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου