Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2025

Κώστας Περδίκης:


Σταύρος Φιλοσόφ
 

Πράγματι, πολύ παράξενο όνομα για τα μέρη μας.

Αν ήταν παρατσούκλι ή το κανονικό του, δεν το μάθαμε ποτέ.

Είχε φτάσει μέχρι εδώ από την Ελευσίνα, όπου δούλευε σαν τεχνικός στο  "Τιτάν", το εργοστάσιο που ’βγαζε τσιμέντο.

Ήρθε σαν υπεύθυνος μηχανικός στο εργοστάσιο οινοποιίας του Μπισχινόκαμπου.

Περασμένα τα πενήντα, ζούσε με τη γυναίκα του στο σπιτάκι, που ήταν μέσα στον περίβολο του οινοποιείου.

Τα παιδιά του, μεγάλα πια ,ζούσαν μακριά τους.

Φήμες λέγανε ότι καταγόταν από τον Πόντο, εξ ου και το όνομά του.

Τότε, γύρω στο ’60, όλος ο κάμπος μας είχε παραδοθεί στην καλλιέργεια της όψιμης ντομάτας.

Κάθε χωράφι και πηγάδι, κάθε πηγάδι και μηχανή με αντλία για το πότισμα.

Οι περισσότερες μηχανές ήσαν μάρκας "Μαλκότση", Ελληνικές, η δική μας "Lister", Εγγλέζικη.

Ήρθε με το τραίνο,  μέσα σε ένα γερό ξύλινο κιβώτιο γεμάτο  ξένες επιγραφές.

Μετά την εγκατάσταση της μηχανής, το άδειο κιβώτιο έγινε πολυτελές ενδιαίτημα του Αηδόνη, του σκύλου μας.

Η κύρια απασχόληση του Σταύρου στο εργοστάσιο άρχιζε μετά τον δεκαπενταύγουστο, με τον τρύγο των αμπελιών και της σταφίδας.

Τον άλλο καιρό απασχολιόταν με τη συντήρηση των μηχανημάτων του οινοποιείου.

Είχε, έτσι, την ευκαίρια να τρέχει, με το μοτοσακό του, ένα σαραβαλιασμένο "Ζούνταπ", να επιδιορθώνει όποια μηχανή χαλούσε.

Τόσες πολλές που ήσαν, όλο και κάποια δεν έλεγε να πάρει μπροστά.

Το ίδιο και η δική μας.

Κάθε τόσο έκανε τα νάζια της.

Γυρίζοντας τη βαριά μανιβέλα αρνείται να κάνει το γνώριμο τσαφ τσουφ και να ξεκινήσει.

Το χώμα ξερό από τη λάβρα και οι ντοματιές να διψάνε, περιμένοντας πως και πως το νεράκι.

Αμέσως, με κάποιο τρόπο, να φωνάξουμε τον Σταύρο.

Εγώ και το ποδήλατό μου είναι η πιο γρήγορη λύση.

Καβαλάω και στο λεπτό παίρνω το στρατόνι, πλάι στις γραμμές του τραίνου.

Φτάνω και στο Μπισχιναίικο γεφύρι.

Παρατάω το ποδήλατο και το διαβαίνω πατώντας και ισορροπώντας στις ξύλινες τραβέρσες των γραμμών, που απέχουν μεταξύ τους είκοσι με τριάντα πόντους.

Κάτω από τα πόδια μου, χάος, σε βάθος έξι μέτρων τρέχει το λιγοστό νερό του ποταμιού.

Τρέμω μην πέσω.

Από το γεφύρι και μετά, μέχρι το σπίτι του Σταύρου, λιγότερο από ένα χιλιόμετρο, φτάνω τρέχοντας.

Είμαι τυχερός, ο Σταύρος είναι κει.

Του λέω για το συμβάν και αμέσως βάζει μπρος το σαραβαλάκι του και με μένα πίσω του ξεκινάμε.

Στο γεφύρι με αφήνει να συνεχίσω με το ποδήλατο.

Εκείνος, μη μπορώντας με το μηχανάκι να περάσει το γεφύρι, παίρνει τον άλλο δρόμο, κάνοντας κύκλο.

Φτάνουμε στο κτήμα μας σχεδόν ταυτόχρονα.

Ο Σταύρος πάντα με κείνο το χαμόγελο χαιρετάει τους δικούς μου, που είναι μέσα στην αγωνία.

Ανάβει τσιγάρο  και αρχίζει να κάνει τα μαγικά του.

Η μηχανή μας ξερνώντας μπλε καπνό και μυρουδιά άκαφτου πετρέλαιου παίρνει μπροστά.

Το νερό πετάγεται από τον σωλήνα και πέφτει στο αυλάκι.

Παίρνουμε όλοι μας ανάσα.

Ο Σταύρος έκανε για άλλη μια φορά το θαύμα του.

Δεν κρύβουμε τον θαυμασμό μας.

Εκείνος το παίρνει σαν κάτι συνηθισμένο και ασήμαντο.

Με το γελάκι του, μας αφήνει για να τρέξει σε άλλη μηχανή, που τα έχει κι αυτή παίξει.

Η φρενήρης καλλιέργεια και παραγωγή της όψιμης ντομάτας κράτησε περίπου δεκαπέντε  χρόνια.

Μετά, χρόνο με το χρόνο όλο και λιγόστευε, μέχρι που μηδενίστηκε.

Ήταν το αποτέλεσμα της κόπωσης των χωραφιών από την υπερκαλλιέργεια.

Το τέλος της ντομάτας συνέπεσε με το τέλος της παρουσίας του Σταύρου στον τόπο μας.

Κάποια στιγμή, όπως ήρθε έτσι και έφυγε.

Στο εξής, το Φιλοσόφ, το παράξενο όνομά του, θα έπαυε να ακούγεται και να θυμίζει Σοβιετία και κομουνισμό.

Άλλωστε, στη μικρή μας κοινωνία, τη φορτισμένη  με τα γνωστά εμφυλιοπολεμικά γεγονότα, ο Σταύρος κάθε άλλο παρά μισητό πρόσωπο ήταν.

Όλοι μας τον αγαπάγαμε και  σε όλους έσπευδε να δώσει τις γνώσεις και τη βοήθειά του.

Έτσι, στο πάνθεο των ιστορικών προσώπων, με ονόματα που λήγουν σε "οφ", όπως Χρουτσόφ, Γκορμπατσόφ, κ.ά. έχουμε και μεις να προσθέσουμε τον δικό μας άνθρωπο, τον "ήρωα" μας.

Τον Σταύρο, τον Φιλοσόφ…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου